Μια ματιά μπορεί να είναι αρκετή για να διαπιστώσουμε τα επίπεδα υγείας ενός ανθρώπου.

Η μέθοδος της Ιριδολογίας αποτελεί την πιο έγκυρη και εύκολη μέθοδο ανάλυσης και πρόληψης της υγείας μας, διότι αναλύει με μη επεμβατικό τρόπο τις λεπτές δομές του έγχρωμου τμήματος του ματιού – της ίριδας. Μεγάλο προτέρημά της είναι ότι εξετάζει τον άνθρωπο ολιστικά και πορεύεται μαζί με άλλες εναλλακτικές προσεγγίσεις όπως αυτή της Ομοιοπαθητικής, της Οστεοπαθητικής, της Ολιστικής Διατροφής κ.α.

Ιριδολογία: Τα μάτια αποτελούν το καθρέφτη του οργανισμού μας!

Η Ιριδολογία λοιπόν αφορά τη μελέτη, την αποκρυπτογράφηση και την ερμηνεία των μοναδικών σχηματισμών της ίριδας (σχήμα, χρώμα και ποιότητα ινών). Βασίζεται στην αρχή, ότι κάθε σημείο εντός της ίριδας αντιστοιχεί σε ένα συγκεκριμένο όργανο ή σύστημα του σώματός μας και κάθε σημάδι ή χρωματική μεταβολή στην ίριδα, φανερώνει κάποιο είδος γενετικής ευαισθησίας.

Όπως βλέπουμε και στον χάρτη της Ιριδολογίας, πάνω σε αυτόν απεικονίζονται όλα τα συστήματα και όργανα του ανθρώπινου οργανισμού. Αναλύοντας αυτά τα δεδομένα, ο ιριδολόγος εξάγει συμπεράσματα για την κατάσταση των οργάνων, τα κληρονομικά σωματικά χαρακτηριστικά, την κληρονομική ευαισθησία κ.α. Από την ανάλυση αυτή, μας δίνεται η ευκαιρία να γίνει μια σωστή πρόγνωση ασθενειών που μπορεί να μάθει ένα άτομο νωρίτερα στην ζωή του, όταν ακόμα οι αλλαγές στους ιστούς είναι πολύ μικρές. Αυτό οδηγεί σε βαθύτερη κατανόηση των φυσικών εναλλακτικών επιλογών που θα είναι πιο αποτελεσματικές για το ίδιο, ειδικά όταν ο ιριδολόγος είναι καταρτισμένος σε συστήματα όπως αυτό της Ομοιοπαθητικής και της Ολιστικής Διατροφής κ.α, καθώς αυτό θα του επιτρέψει να εφαρμόσει μαζί με τον επαγγελματία ένα προληπτικό πρόγραμμα, ώστε να μπορέσει να σταματήσει την ανάπτυξη μελλοντικών προβλημάτων.

Η ίριδα συνδέεται με κάθε όργανο και ιστό στον οργανισμό μέσω του εγκεφάλου και του νευρικού συστήματος. Εκτός του βασικού ερεθίσματος που είναι το φως, η ίριδα δέχεται και νευρικά ερεθίσματα από τον εγκέφαλο μέσω του οπτικού νεύρου. Τα νευρικά ερεθίσματα σε μια παθολογία είναι, είτε πιο ισχυρ, είτε πιο αδύναμα, κάτι που εξαρτάται από το εάν το όργανο υπερλειτουργεί ή υπολειτουργεί. Αυτά τα ερεθίσματα φτάνουν στην ίριδα μέσω του οπτικού νεύρου. Το οπτικό νεύρο αλλάζει τον τόνο του συνδετικού ιστού στην περιοχή της ίριδας, η οποία αντιστοιχεί με το όργανο ή τον ιστό. Το αποτέλεσμα είναι οι ίνες της ίριδας να ανταποκρίνονται στις αλλαγές των ιστών του οργανισμού που αντιστοιχούν σε συγκεκριμένες αλλαγές και τοποθεσίες πάνω στο έγχρωμο τμήμα του ματιού. Οι ιστοί χαλαρώνουν και σχηματίζονται τρύπες, εσοχές, τεντώνονται ή σπάνε, αποκαλύπτοντας το κατώτερο στρώμα. Σε άλλες περιπτώσεις μπορεί να εμφανιστεί μια τοπική ή τομεακή αλλαγή χρώματος.

Η ίριδα αποκαλύπτει τα πλεονεκτήματα και τις αδυναμίες ενός ατόμου, τις προδιαθέσεις του και τι μπορεί να συμβεί στο σώμα του μέσω εσφαλμένων συνηθειών διαβίωσης. Όταν συμβαίνουν συγκεκριμένα γεγονότα στη ζωή κάποιου, είτε συναισθηματικά είτε φυσικά, στην ίριδα θα εμφανιστεί αντίστοιχο σημάδι, ή χρώμα.

Μπορεί το χρώμα των ματιών μας να κάνει τη διαφορά;

Σύμφωνα με επιστημονικές έρευνες, το χρώμα των ματιών είναι μεγίστης σημασίας. Στο παρελθόν έγινε προσπάθεια να εξηγηθούν τα χρώματα της ίριδας και να αντιστοιχηθούν σε επίπεδα υγείας. Για παράδειγμα οι J. Peczeli και N. Liljequist εκπόνησαν μια ταξινόμηση του χρώματος των ματιών, στην οποία έγινε μια κατηγοριοποίηση από το καλύτερο ως το χειρότερο. Θεώρησαν ότι ιδανικά μάτια είναι τα γαλανά, στην συνέχεια τα καστανά και τελικά τα γκριζοκαστανά και καστανοπράσινα, χωρίς όμως να αποδειχτεί αυτή η θεωρία. Στην συνέχεια άλλες έρευνες προσπάθησαν να ερευνήσουν περαιτέρω το θέμα με τα χρώματα, με πιο αυθεντικές έρευνες των F. Vidra και J. Deck (1954). Αυτοί πρότειναν τρεις τύπους βάσει των χρωμάτων της ίριδας: τον λεμφικό τύπο με γαλανή ίριδα, τον αιματογενή με καστανή και τονμικτό με γκρίζα ίριδα.

Σύμφωνα με επιστημονικές έρευνες, το χρώμα των ματιών είναι μεγίστης σημασίας. Στο παρελθόν έγινε προσπάθεια να εξηγηθούν τα χρώματα της ίριδας και να αντιστοιχηθούν σε επίπεδα υγείας. Για παράδειγμα οι J. Peczeli και N. Liljequist εκπόνησαν μια ταξινόμηση του χρώματος των ματιών, στην οποία έγινε μια κατηγοριοποίηση από το καλύτερο ως το χειρότερο. Θεώρησαν ότι ιδανικά μάτια είναι τα γαλανά, στην συνέχεια τα καστανά και τελικά τα γκριζοκαστανά και καστανοπράσινα, χωρίς όμως να αποδειχτεί αυτή η θεωρία. Στην συνέχεια άλλες έρευνες προσπάθησαν να ερευνήσουν περαιτέρω το θέμα με τα χρώματα, με πιο αυθεντικές έρευνες των F. Vidra και J. Deck (1954). Αυτοί πρότειναν τρεις τύπους βάσει των χρωμάτων της ίριδας: τον λεμφικό τύπο με γαλανή ίριδα, τον αιματογενή με καστανή και τονμικτό με γκρίζα ίριδα.

Οι χρωστικές διαφορές των ματιών μπορούν να εξηγηθούν με βάση τις ανατομικές και φυσιολογικές ιδιομορφίες της ίριδας. Έτσι το γαλάζιο χρώμα ορίζεται από ένα λεπτό στρώμα αδύνατα χρωστικών μελανοκυττάρων, το καστανό από ένα στρώμα μέσους πάχους και μέτριας χρώσης και το σκούρο από ένα παχύ στρώμα μελανοκυττάρων με εντονότερη χρώση.

Μελέτες που έγιναν στην Ρωσία από τον E.S Velcover, έδειξαν ότι το χρώμα της ίριδας παίζει καθοριστικό ρόλο στην συχνότητα μερικών ασθενειών.

Στην Ιριδολογία σήμερα υπάρχουν 3 βασικές ιδιοσυγκρασίες, ο αιματογενής τύπος, ο λεμφικός τύπος και ο μικτός τύπος. Υπάρχουν φυσικά διάφορες “σχολές” όπου διακρίνουν περισσότερες τυπολογίες. Για παράδειγμα η Αυστραλιανή σχολή διακρίνει 18 κατηγορίες κατά τον R. Bourdiol και Scnabel. Η Γερμανική κατηγοριοποίηση σύμφωνα με τον W. Hauser, j. Karl και R. Stolz αναφέρει τρεις βασικές κατηγορίες: τις ιδιοσυγκρασίες, τους τύπους και τις διαθέσεις. Οι ιδιοσυγκρασίες αναφέρονται στο χρώμα, οι τύποι στην μορφολογία της ίριδας και οι διαθέσεις σε μεταβολές του οργανισμού όπου μπορούν να κληρονομηθούν. Ή να είναι το αποτέλεσμα από διάφορους παράγοντες όπως ασθένειες, τοξίνες, καταχρήσεις κ.α.

Όλοι όμως οι τύποι αναφέρονται ουσιαστικά στην γενική εμφάνιση της ίριδας ανάλογα την υφή που διακρίνουμε, το χρώμα, την πυκνότητα των ινών της ίριδας, των τοπικών σημαδιών και των τοπικών χρωματισμών.

Στο άρθρο αυτό όμως θα παρουσιαστούν μόνο οι 3 βασικές ιδιοσυγκρασίες όπου αναγνωρίζονται σχεδόν από όλους τους ιριδολόγους.

ΛΕΜΦΙΚΟΣ ΤΥΠΟΣ

Ανοιχτά μπλε, πράσινα και γκρι μάτια.

Διακρίνονται οι ίνες τις ίριδας που είναι χαλαρές. Αυτό το άτομο είναι επιρρεπές σε λεμφικές διαταραχές. Πιθανά προβλήματα και προδιαθέσεις για αναπνευστικά, αλλεργίες και ρευματικά.

Οι αντιδράσεις στις ασθένειες είναι γρήγορες και βίαιες. Έχει γρήγορη ανταπόκριση σε λοιμώξεις του ανοσοποιητικού. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι όλο το βάρος πέφτει πάνω στο λεμφικό και η υγεία του οργανισμού καθορίζεται από αυτό.

ΑΙΜΑΤΟΓΕΝΗΣ ΤΥΠΟΣ

Σκούρα καφέ ίριδα. Η περιοχή των οργάνων παρουσιάζει πυκνή, βελούδινη υφή. Νευρικά τόξα και ηλιακές ακτίνες είναι κοινά σε αυτόν τον τύπο. Το κύριο χαρακτηριστικό του αυτού του τύπου είναι το αίμα, τα αιμοποιητικά όργανα και το καρδιαγγειακό σύστημα. Αυτό μπορεί να είναι το πιο δυνατό του σύστημα, είτε το πιο αδύναμο. Η ασθένειά του έχει αργή εξέλιξη αλλά και αργή θεραπεία. Τείνει σε χρόνιες ασθένειες

ΜΙΚΤΟΣ ΤΥΠΟΣ-ΧΟΛΙΚΟΣ

Ό,τι δεν ανήκει στους προηγούμενους τύπους. Προδιάθεση για πεπτικά προβλήματα που προέρχονται από ηπατικές διαταραχές και προβλήματα χολής, από υπερφόρτωση και αλλοίωσης της εντερικής χλωρίδας. Τα συμπτώματα τείνουν να γίνουν χρόνια με σωματοποίηση. Προδιάθεση για δυσβίωση εντέρου, πεπτικά ένζυμα έλλειψη, ηπατικά προβλήματα, γαστρεντερικά, κολίτιδες, προβλήματα πέψης από αλλεργίες και δυσανεξίες.

H Ιριδολογία είναι χρήσιμη σε:

  • Σε όσους υποφέρουν από «περίεργα» συμπτώματα, τα οποία δεν μπορούν να εξηγήσουν οι εργαστηριακές εξετάσεις.
  • Σε ασθενείς, στους οποίους η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη απέτυχε, αλλά είναι αποφασισμένοι να βοηθήσουν τον εαυτό τους με εναλλακτικές λύσεις.
  • Σε γονείς, οι οποίοι αδυνατούν να προσδιορίσουν ένα πρόβλημα στο παιδί τους.
  • Σε υιοθετημένα άτομα που θέλουν να εξακριβώσουν τις γενετικές τους προδιαθέσεις.
  • Σε υγιή άτομα που θέλουν μια εξατομικευμένη κατεύθυνση για διατροφή και τρόπο ζωής. Σε κάθε άτομο που θέλει να μάθει από περιέργεια τη ριζική αιτία του προβλήματος στην υγεία του.
  • Σε αυτούς που έχουν μια διαφορετική προσέγγιση για τις μεθόδους βελτίωσης τους και ενδιαφέρονται για την ισορροπία και την ενδυνάμωση της υγείας τους.

Η γνώση των γενετικών δυνάμεων ενός ατόμου σημαίνει ότι μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε φυσικά μέσα για να διατηρήσουμε τις δυνάμεις του. Η γνώση των αδυναμιών ενός ατόμου σημαίνει ότι μπορούμε να κάνουμε βήματα με τις τροφές, τα συμπληρώματα διατροφής, την Ομοιοπαθητική, τον τρόπο ζωής, τη διαχείριση του άγχους και πολλά άλλα, για να προστατέψουμε τις αδύναμες περιοχές από την περαιτέρω διάσπασή τους. Ένα άτομο σίγουρα μπορεί να αποφύγει κάποια από τα προβλήματα υγείας των γονιών και των παππούδων του, όταν καταλαβαίνει πώς προγραμματίζεται το σώμα του και τι μπορεί να κάνει για να βελτιώσει αυτόν τον προγραμματισμό.

Βιβλιογραφία:

  1. Εισαγωγή στην Ιριδολογία. Κουρούκλης, 2007 εκδόσεις Etra
  2. Ιστορία και φιλοσοφία της Ιριδολογίας. Κουρούκλης, 2007 εκδόσεις Etra
  3. The basics of Iridology, iris patterns. Francesco Puerari, 2017 εκδόσεις του ίδιου.
  4. Κλινική ΙριδολογίαE. S Velhover, 1992, Orbita.
  5. Iridology in Practice, Dr. Miriam Garber, 2013 εκδόσεις Basic Health
  6. Iridology simplified, Bernard Jensen, 1980 Iridologists international